Kαλωσηλθατε στον ιστοχωρο μας

Ιστολόγιο Ενορίας Ι.Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Ταύρου

Προϊστάμενος Ιερού Ναού - Υπεύθυνος Νεότητος Αρχιμανδρίτης π. Ραφαήλ Καρακεχαγιάς

Βίος Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας











Ἀπῆρε πνεῦμα, σάρξ ἀπερρύη πάλαι.
Τὸν ὅστινον γῆ κρύπτε νεκρὸν Μαρίας.
Πρώτῃ Ἀπριλίου Μαρίη θάνεν εὖχος ἐρήμου.
Βιογραφία
Τον βίο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), ο οποίος συνέγραψε διάφορα ασκητικά και υμνογραφικά κείμενα που διαποτίζονται από το πνεύμα της Ορθοδόξου θεολογίας και της ασκητικής παραδόσεως.

Η Οσία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Από τα δώδεκα χρόνια της πέρασε στην Αίγυπτο μια ζωή ασωτίας, αφού από την μικρή αυτή ηλικία διέφθειρε την παρθενία της και είχε ασυγκράτητο και αχόρταγο το πάθος της σαρκικής μείξεως. Ζώντας αυτήν την ζωή δεν εισέπραττε χρήματα, αλλά απλώς ικανοποιούσε το πάθος της. Η ίδια ξαγορεύθηκε στον Αββά Ζωσιμά ότι διετέλεσε: «δημόσιον προκείμενη τῆς ἀσωτίας ὑπέκκαυμα, οὐ δόσεως τινός, μὰ τὴν ἀλήθειαν, ἕνεκεν», κάνοντας δηλαδή το έργο της δωρεάν, «ἐκτελοῦσα τὸ ἐν ἐμοὶ καταθύμιον». Και όπως του απεκάλυψε, είχε ακόρεστη επιθυμία και ακατάσχετο έρωτα να κυλιέται στο βόρβορο που ήταν η ζωή της και σκεπτόταν έτσι ντροπιάζοντας την ανθρώπινη φύση.

Λόγω της άσωτης ζωής και της σαρκικής επιθυμίας που είχε, κάποια φορά ακολούθησε τους προσκυνητές που πήγαιναν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό. Και αυτό το έκανε, όχι για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό, αλλά για να έχει πολλούς εραστές που θα ήταν έτοιμοι να ικανοποιήσουν το πάθος της. Περιγράφει δε και η ίδια ρεαλιστικά και τον τρόπο που επιβιβάστηκε στο πλοιάριο. Και, όπως η ίδια αποκάλυψε, κατά την διάρκεια του ταξιδιού της δεν υπήρχε είδος ασέλγειας από όσα λέγονται και δεν λέγονται, του οποίου δεν έγινε διδάσκαλος σε εκείνους τους ταλαίπωρους ταξιδιώτες. Και η ίδια εξέφρασε την απορία της για το πώς η θάλασσα υπέφερε τις ασωτίες της και γιατί η γη δεν άνοιξε το στόμα της και δεν την κατέβασε στον άδη, επειδή είχε παγιδεύσει τόσες ψυχές. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού αυτού δεν αρκέστηκε στο ότι διέφθειρε τους νέους, αλλά διέφθειρε και πολλούς άλλους από τους κατοίκους της πόλεως και τους ξένους επισκέπτες. Και στα Ιεροσόλυμα που πήγε κατά την εορτή του Τιμίου Σταυρού, περιφερόταν στους δρόμους «ψυχᾶς νέων ἀγρεύουσα».

Αισθάνθηκε όμως, βαθιά μετάνοια από ένα θαυματουργικό γεγονός. Ενώ εισερχόταν στο ναό για να προσκυνήσει το Ξύλο του Τιμίου Σταυρού, κάποια δύναμη την εμπόδισε να προχωρήσει. Στην συνέχεια στάθηκε μπροστά σε μία εικόνα της Παναγίας, έδειξε μεγάλη μετάνοια και ζήτησε την καθοδήγηση και βοήθεια της Παναγίας. Με την βοήθεια της Θεοτόκου εισήλθε ανεμπόδιστα αυτή την φορά στον ιερό ναό και προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό. Στην συνέχεια, αφού ευχαρίστησε την Παναγία, άκουσε φωνή που την προέτρεπε να πορευθεί στην έρημο, πέραν του Ιορδάνου. Αμέσως ζήτησε την συνδρομή και την προστασία της Θεοτόκου και ήρε τον δρόμο της προς την έρημο, αφού προηγουμένως πέρασε από την ιερά μονή του Βαπτιστού στον Ιορδάνη ποταμό και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. Στην έρημο έζησε σαράντα επτά χρόνια, χωρίς ποτέ να συναντήσει άνθρωπο.

Κατά τα πρώτα δεκαεπτά χρόνια στην έρημο, πάλεψε πολύ σκληρά για να νικήσει τους λογισμούς και τις επιθυμίες της, ουσιαστικά για να νικήσει τον διάβολο που την πολεμούσε με τις αναμνήσεις της προηγούμενης ζωής.

Η Οσία ζούσε δεκαεπτά χρόνια στην έρημο «θηρσὶν ἀνημέροις ταὶς ἀλόγοις ἐπιθυμίαις πυκτεύουσα». Είχε πολλές επιθυμίες φαγητών, ποτών και «πορνικῶν ᾀσμάτων» και πολλούς λογισμούς που την ωθούσαν προς την πορνεία. Όμως, όταν ερχόταν κάποιος λογισμός μέσα της, έπεφτε στην γη, την έβρεχε με δάκρυα και δεν σηκωνόταν από τη γη «ἕως ὅτου τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ γλυκὺ περιέλαμψεν καὶ τοὺς λογισμοὺς τοὺς ἐνοχλοῦντας μοὶ ἐδίωξεν». Συνεχώς προσευχόταν στην Παναγία, την οποία είχε εγγυήτρια της ζωής της μετανοίας που έκανε. Το ιμάτιό της σχίσθηκε και καταστράφηκε και έκτοτε παρέμεινε γυμνή. Καιγόταν από τον καύσωνα και έτρεμε από τον παγετό και «ὡς πολλάκις μὲ χαμαὶ πεσοῦσαν ἄπνουν μείναι σχεδὸν καὶ ἀκίνητον».

Ύστερα από σκληρό αγώνα, με τη Χάρη του Θεού και την συνεχή προστασία της Παναγίας, ελευθερώθηκε από τους λογισμούς και τις επιθυμίες, οπότε μεταμορφώθηκε το λογιστικό και παθητικό μέρος της ψυχής της, καθώς επίσης εθεώθηκε και το σώμα της.

Λόγω της μεγάλης πνευματικής της καταστάσεως στην οποία έφθασε η Οσία Μαρία, έλαβε από τον Θεό το διορατικό χάρισμα.

Ήταν γυμνή αλλά το σώμα της υπερέβη τις ανάγκες της φύσεως. Λέγει η ίδια: «Γυνὴ γὰρ εἰμί, καὶ γυμνή, καθάπερ ὁρᾷς, καὶ τὴν αἰσχύνην τοῦ σώματός μου ἀπερικάλυπτον ἔχουσα». Το σώμα τρεφόταν με τη Χάρη του Θεού: «Τρέφομαι γὰρ καὶ σκέπτομαι τῷ ρήματι τοῦ Θεοῦ διακρατοῦντος τὰ σύμπαντα». Στη περίπτωσή της, όπως και σε άλλες περιπτώσεις Αγίων, παρατηρούμε ότι αναστέλλονται οι ενέργειες του σώματος. Αυτή η αναστολή των σωματικών ενεργειών οφειλόταν στο ότι η ψυχή της δεχόταν την ενέργεια του Τριαδικού Θεού και αυτή η θεία ενέργεια διαπορθμευόταν και στο σώμα της: «Ἀρκεὶν εἰποῦσα τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ὥστε συντηρεὶν τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς ἀμίαντον».

Εκείνη την περίοδο ασκήτευε σε ένα μοναστήρι ο Ιερομόναχος Αββάς Ζωσιμάς (τιμάται 4 Απριλίου), που ήταν κεκοσμημένος με αγιότητα βίου. Έβλεπε θεία οράματα, καθώς του είχε δοθεί το χάρισμα των θείων ελλάμψεων, λόγω του ότι ζούσε μέχρι τα πενήντα τρία του χρόνια με μεγάλη άσκηση και ήταν φημισμένος στην περιοχή του. Τότε, όμως, εισήλθε μέσα του ένας λογισμός κάποιας πνευματικής υπεροψίας, για το αν δηλαδή υπήρχε άλλος μοναχός που θα μπορούσε να τον ωφελήσει ή να του διδάξει κάποιο καινούργιο είδος ασκήσεως. Ο Θεός, για να τον διδάξει και να τον διορθώσει, του αποκάλυψε ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φθάσει στην τελειότητα. Και στην συνέχεια του υπέδειξε να πορευθεί σε ένα μοναστήρι που βρισκόταν κοντά στον Ιορδάνη ποταμό.

Ο Αββάς Ζωσιμάς υπάκουσε στην φωνή του Θεού και πήγε στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, που του υποδείχθηκε. Εκεί συνάντησε τον ηγούμενο και τους μοναχούς, και διέκρινε ότι ακτινοβολούσαν τη Χάρη και την αγάπη του Θεού, ζώντας έντονη μοναχική ζωή με ακτημοσύνη, με μεγάλη άσκηση και αδιάλειπτη προσευχή.

Στο μοναστήρι αυτό υπήρχε ένας κανόνας. Σύμφωνα με αυτόν, την Κυριακή της Τυρινής προ της ενάρξεως της Μεγάλης Σαρακοστής, αφού οι μοναχοί κοινωνούσαν των Αχράντων Μυστηρίων, προσεύχονταν και ασπάζονταν μεταξύ τους, και έπειτα ελάμβαναν ο καθένας τους μερικές τροφές και έφευγαν στην έρημο πέραν του Ιορδάνου, για να αγωνισθούν κατά την περίοδο της Τεσσαρακοστής τον αγώνα της ασκήσεως. Επέστρεφαν δε στο μοναστήρι την Κυριακή των Βαΐων, για να εορτάσουν τα Πάθη, τον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού. Είχαν ως κανόνα να μην συναντά κανείς τον άλλο αδελφό στην έρημο και να μην τον ερωτά, όταν επέστρεφαν, για το είδος της ασκήσεως που έκανε την περίοδο αυτή.

Αυτόν τον κανόνα εφάρμοσε και ο Αββάς Ζωσιμάς. Αφού έλαβε ελάχιστες τροφές, βγήκε από το μοναστήρι και πορεύθηκε στην έρημο, έχοντας την επιθυμία να εισέλθει όσο μπορούσε πιο βαθειά σε αυτή, με την ελπίδα μήπως συναντήσει κάποιον ασκητή που θα τον βοηθούσε να φθάσει σε αυτό που ποθούσε. Πορευόταν προσευχόμενος και τρώγοντας ελάχιστα. Κοιμόταν δε όπου ευρισκόταν.

Είχε περπατήσει μία πορεία είκοσι ημερών όταν, κάποια στιγμή που κάθισε να ξεκουραστεί και έψελνε, είδε στο βάθος μια σκιά που έμοιαζε με ανθρώπινο σώμα. Στην αρχή θεώρησε ότι ήταν δαιμονικό φάντασμα, αλλά έπειτα διαπίστωσε ότι ήταν άνθρωπος. Αυτό το ον που έβλεπε ήταν γυμνό, είχε μαύρο σώμα - το σώμα αυτό προερχόταν από τις ηλιακές ακτίνες - και είχε στο κεφάλι του λίγες άσπρες τρίχες, που δεν έφθαναν πιο κάτω από τον λαιμό. Ο Αββάς Ζωσιμάς έβλεπε την Οσία Μαρία, την ώρα που προσευχόταν. Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία ασκούσε την αδιάλειπτη προσευχή και μάλιστα ο Αββάς Ζωσιμάς την είδε όταν εκείνη ύψωσε τα μάτια της στον ουρανό και άπλωσε τα χέρια της και «ἤρξατο εὔχεσθαι ὑποψιθυρίσουσα, φωνὴ δὲ αὐτῆς οὐκ ἠκούετο ἔναρθρος». Και σε κάποια στιγμή, ενώ εκείνος καθόταν σύντρομος, «ὁρᾷ αὐτὴν ὑψωθείσαν ὡς ἕνα πῆχυν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τῷ ἀέρι κρεμαμένην καὶ οὕτω προσεύχεσθαι».

Ο Αββάς Ζωσιμάς προσπάθησε να πλησιάσει, για να διαπιστώσει τι ήταν αυτό που έβλεπε, αλλά το ανθρώπινο εκείνο ον απομακρυνόταν. Έτρεχε ο Αββάς Ζωσιμάς, έτρεχε και εκείνο. Και ο Αββάς κραύγαζε με δάκρυα προς αυτό ώστε να σταματήσει, για να λάβει την ευλογία του. Εκείνο όμως δεν ανταποκρινόταν. Μόλις έφθασε ο Αββάς σε κάποιο χείμαρρο και απόκαμε, εκείνο το ανθρώπινο ον αφού τον αποκάλεσε με το μικρό του όνομα, πράγμα που προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στον Αββά, του είπε ότι δεν μπορεί να γυρίσει και να τον δει κατά πρόσωπο, γιατί είναι γυναίκα γυμνή και έχει ακάλυπτα τα μέλη του σώματός της. Τον παρακάλεσε, αν θέλει, να της δώσει την ευχή του και να της ρίξει ένα κουρέλι από τα ρούχα του, για να καλύψει το γυμνό σώμα της. Ο Αββάς έκανε ότι του είπε και τότε εκείνη στράφηκε προς αυτόν. Ο Αββάς αμέσως γονάτισε για να λάβει την ευχή της, ενώ το ίδιο έκανε και εκείνη. Και παρέμειναν και οι δύο γονατιστοί «ἕκαστος ἐξαιτῶν εὐλογῆσαι τὸν ἕτερον».

Επειδή ο Αββάς αναρωτιόταν μήπως έβλεπε μπροστά του κάποιο άυλο πνεύμα, εκείνη διακρίνοντας τους λογισμούς του, του είπε ότι είναι αμαρτωλή, που έχει περιτειχισθεί από το άγιο Βάπτισμα και είναι χώμα και στάχτη και όχι άυλο πνεύμα.

Η Οσία Μαρία κατά την συνάντηση αυτή, αφού αποκάλυψε όλη την ζωή της, ζήτησε από τον Αββά Ζωσιμά να έλθει κατά την Μεγάλη Πέμπτη της επόμενης χρονιάς, σε έναν ορισμένο τόπο στην όχθη του Ιορδάνη ποταμού, κοντά σε μια κατοικημένη περιοχή, για να την κοινωνήσει, ύστερα από πολλά χρόνια μεγάλης μετάνοιας που μεταμόρφωσε την ύπαρξή της. «Καὶ νῦν ἐκείνου ἐφίεμαι ἀκατασχέτω τῷ ἔρωτι», του είπε, δηλαδή είχε ακατάσχετο έρωτα να κοινωνήσει του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.

Ο Αββάς Ζωσιμάς επέστρεψε στο μοναστήρι χωρίς να πει σε κανένα τι ακριβώς συνάντησε, σύμφωνα άλλωστε και με τον κανόνα που υπήρχε σε εκείνη την ιερά μονή. Όμως, συνεχώς παρακαλούσε τον Θεό να τον αξιώσει να δει και πάλι «τὸ ποθούμενον πρόσωπον» την επόμενη χρονιά και μάλιστα ήταν στεναχωρημένος γιατί δεν περνούσε ο χρόνος, καθώς ήθελε όλος αυτός ο χρόνος να ήταν μία ημέρα.

Το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς από κάποια αρρώστια δεν μπόρεσε να βγει από το μοναστήρι στην έρημο, όπως έκαναν οι άλλοι πατέρες στην αρχή της Σαρακοστής και έτσι παρέμεινε στο μοναστήρι. Και την Κυριακή των Βαΐων, όταν είχαν επιστρέψει οι άλλοι πατέρες της Μονής, εκείνος ετοιμάσθηκε να πορευθεί στον τόπο που του είχε υποδείξει η Οσία, για να την κοινωνήσει.

Την Μεγάλη Πέμπτη πήρε μαζί του σε ένα μικρό ποτήρι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, πήρε μερικά σύκα και χουρμάδες και λίγη βρεγμένη φακή και βγήκε από το μοναστήρι για να συναντήσει την Οσία Μαρία. Επειδή όμως εκείνη αργοπορούσε να έλθει στον καθορισμένο τόπο, ο Αββάς προσευχόταν στον Θεό με δάκρυα να μην του στερήσει λόγω των αμαρτιών του την ευκαιρία να τη δει εκ νέου.

Μετά την θερμή προσευχή την είδε από την άλλη πλευρά του Ιορδάνη ποταμού, να κάνει το σημείο του Σταυρού, να πατά πάνω στο νερό του ποταμού «περιπατοῦσαν ἐπὶ τῶν ὑδάτων ἐπάνω καὶ πρὸς ἐκεῖνον βαδίζουσαν». Στην συνέχεια η Οσία τον παρακάλεσε να πει το Σύμβολο της Πίστεως και το «Πάτερ ἠμῶν». Ακολούθως ασπάσθηκε τον Αββά Ζωσιμά και κοινώνησε των ζωοποιών Μυστηρίων. Έπειτα ύψωσε τα χέρια της στον ουρανό, αναστέναξε με δάκρυα και είπε: «Νῦν ἀπολύεις τὴν δούλη σου, ὢ Δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου».

Στην συνέχεια, αφού τον παρακάλεσε να έλθει και το επόμενο έτος στο χείμαρρο που την είχε συναντήσει την πρώτη φορά, ζήτησε την προσευχή του. Ο Αββάς άγγιξε τα πόδια της Οσίας, ζήτησε και αυτός την προσευχή της και την άφησε να φύγει «στένων καὶ ὀδυρόμενος», διότι τολμούσε «κρατῆσαι τὴν ἀκράτητον». Εκείνη έφυγε κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ήλθε, πατώντας δηλαδή πάνω στα νερά του Ιορδάνη ποταμού.

Το επόμενο έτος, σύμφωνα και με την παράκληση της Οσίας, ο Αββάς βιαζόταν να φθάσει «πρὸς ἐκεῖνο τὸ παράδοξο θέαμα». Αφού βάδισε πολλές ημέρες και έφθασε στον τόπο εκείνο, έψαχνε «ὡς θηρευτὴς ἐμπειρότατος» να δει «τὸ γλυκύτατο θήραμα», την Οσία του Θεού. Όμως δεν την έβλεπε πουθενά. Τότε άρχισε να προσεύχεται στον Θεό κατανυκτικά: «Δεῖξον μοί, Δέσποτα, τὸν θησαυρόν σου τὸν ἄσυλον, ὃν ἐν τῆδε τὴ ἐρήμω κατέκρυψας, δεῖξον μοί, δέομαι, τὸν ἐν σώματι ἄγγελον, οὐ οὐκ ἔστιν ὁ κόσμος ἀπάξιος». Για τον Αββά Ζωσιμά η Οσία Μαρία ήταν άθικτος θησαυρός, άγγελος μέσα σε σώμα, που ο κόσμος δεν ήταν άξιος να τον έχει. Και προσευχόμενος με τα λόγια αυτά είδε «κεκειμένην τὴν Ὁσίαν νεκράν, καὶ τᾶς χεῖρας οὕτως ὥσπερ ἔδει τυπώσασαν καὶ πρὸς ἀνατολᾶς ὄρασαν κειμένην τὸ σχήματι». Βρήκε δε και δική της γραφή που έλεγε: «Θάψον, ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, ἐν τούτῳ τὸ τόπω τῆς ταπεινῆς Μαρίας τὸ λείψανον, ἀποδὸς τὸν χοῦν τῷ χοΐ, ὑπὲρ ἐμοῦ διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον προσευχόμενος, τελειωθείσης, μηνὶ Φαρμουθὶ (κατ’ Αἰγυπτίους, ὅπως ἐστὶ κατὰ Ρωμαίους Ἀπρίλιος), ἐν αὐτῇ δὲ τὴ νυκτὶ τοῦ πάθους τοῦ σωτηρίου, μετὰ τὴν τοῦ θείου καὶ μυστικοῦ δείπνου μετάληψιν». Την βρήκε δηλαδή νεκρή, κείμενη στην γη, με τα χέρια σταυρωμένα και βλέποντας προς την ανατολή. Συγχρόνως βρήκε και γραφή που τον παρακαλούσε να την ενταφιάσει.

Η Οσία κοιμήθηκε την ίδια ημέρα που κοινώνησε, αφού είχε διασχίσει σε μία ώρα απόσταση την οποία διήνυσε το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς σε είκοσι ημέρες. Γράφει ο Άγιος Σωφρόνιος: «καὶ ἥνπερ ὤδευσεν ὁδὸν Ζωσιμᾶς διὰ εἴκοσι ἡμερῶν κοπιῶν, εἰς μίαν ὥραν Μαρίαν διέδραμεν καὶ εὐθὺς πρὸς τὸν Θεὸν ἐξεδήμησεν». Το σώμα της είχε αποκτήσει άλλες ιδιότητες, είχε μεταμορφωθεί.

Στην συνέχεια ο Αββάς Ζωσιμάς, αφού έκλαψε πολύ και είπε ψαλμούς κατάλληλους για την περίσταση, «ἐποίησεν εὐχὴν ἐπιτάφιον». Και μετά με μεγάλη κατάνυξη, «βρέχων τὸ σῶμα τοὶς δακρύσι» επιμελήθηκε τα της ταφής. Επειδή, όμως, η γη ήταν σκληρή και ο ίδιος ήταν προχωρημένης ηλικίας, γι' αυτό δεν μπορούσε να την σκάψει και βρισκόταν σε απορία. Τότε «ὁρᾷ λέοντα μέγαν τῷ λειψάνῳ τῆς Ὁσίας παρεστώτα καὶ τὰ ἴχνη αὐτῆς ἀναλείχοντα», δηλαδή είδε ένα λιοντάρι να στέκεται δίπλα στο λείψανο της Οσίας και να γλείφει τα ίχνη της. Ο Αββάς τρόμαξε, αλλά το ίδιο το λιοντάρι «οὐχὶ τοῦτον τοὶς κινήμασι μόνον ἀσπαζόμενον, ἀλλὰ καὶ προθέσει», δηλαδή το ίδιο το λιοντάρι καλόπιανε τον Αββά και τον παρακινούσε και με τις κινήσεις του και με τις προθέσεις του, να προχωρήσει στον ενταφιασμό της. Λαμβάνοντας ο Αββάς θάρρος από το ήμερο του λιονταριού, το παρακάλεσε να σκάψει αυτό το ίδιο τον λάκκο, για να ενταφιασθεί το ιερό λείψανο της Οσίας Μαρίας, επειδή εκείνος αδυνατούσε. Το λιοντάρι υπάκουσε. «Εὐθὺς δὲ ἅμα τῷ σώματι θαπτόμενο», δηλαδή με τα μπροστινά του πόδια έσκαψε το λάκκο, όσο έπρεπε, για να ενταφιασθεί το σκήνωμα της Οσίας Μαρίας.

Ο ενταφιασμός της Οσίας έγινε προσευχομένου του Αββά Ζωσιμά και του λιονταριού «παρεστῶτος». Μετά τον ενταφιασμό έφυγαν και οι δύο, «ὁ μὲν λέων ἐπὶ τὰ ἔνδον τῆς ἐρήμου ὡς πρόβατον ὑπεχώρησε. Ζωσιμᾶς δὲ ὑπέστρεψεν, εὐλογῶν καὶ αἰνῶν τὸν Θεὸν ἠμῶν».

Και ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων, καταλήγει ότι έγραψε αυτό το βίο «κατὰ δύναμιν» και «τῆς ἀληθείας μηδὲν προτιμῆσαι θέλων».

Ο βίος της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, δείχνει πως μία πόρνη μπορεί να γίνει κατά Χάριν θεός, πως ο άνθρωπος μπορεί να γίνει άγγελος εν σώματι και πως η κατά Χριστόν ελπίδα μπορεί να αντικαταστήσει την υπό του διαβόλου προερχόμενη απόγνωση. Στο πρόσωπο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας βλέπουμε τον άνθρωπο που αναζητά την ηδονή και κυνηγά τους ανθρώπους για την ικανοποίησή τους, αλλά όμως με τη Χάρη του Θεού μπορεί να εξαγιασθεί τόσο πολύ, ώστε να φθάσει στο σημείο να την κυνηγούν οι Άγιοι για να λάβουν την ευλογία της και να ασπασθούν το τετιμημένο της σώμα, καθώς επίσης να τη σέβονται και τα άγρια ζώα.

Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία με την μετάνοιά της, την βαθιά της ταπείνωση, την υπέρβαση εν Χάριτι του θνητού και παθητού σώματός της, αφ' ενός μεν προσφέρει μια παρηγοριά σε όλους τους ανθρώπους, αφ' ετέρου δε ταπεινώνει εκείνους που υπερηφανεύονται για τα ασκητικά τους κατορθώματα. Δεν ημέρωσε μόνο τα άγρια θηρία που υπήρχαν μέσα της, δηλαδή τα άλογα πάθη, αλλά υπερέβη όλα τα όρια της ανθρώπινη φύσεως και ημέρωσε ακόμη και τα άγρια θηρία της κτίσεως.

Αυτός είναι ο σκοπός και ο πλούτος της ενανθρωπίσεως του Χριστού, που φυλάσσεται μέσα στην Εκκλησία. Με την αποκαλυπτική θεολογία και την εν Χριστώ ζωή ο άνθρωπος μπορεί να μεταμορφωθεί ολοκληρωτικά.

Η Εκκλησία τιμά την μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και την Ε' Κυριακή των Νηστειών.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φωτισθεῖσα ἐνθέως Σταυροῦ τὴ χάριτι, τῆς μετανοίας ἐδείχθης φωτοφανῆς λαμπηδών, τῶν παθῶν τὸν σκοτασμὸν λιποῦσα πάνσεμνε, ὅθεν ὡς ἄγγελος Θεοῦ, Ζωσιμᾶ τῷ ἱερῷ, ὠράθης ἐν τὴ ἐρήμω, Μαρία «Ὅσιε Μῆτερ» μεθ' οὐ δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοί Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Μαρία τό πνεῦμά σου.

Κοντάκιον
Ἦχος γ'. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ πορνείαις πρότερον, μεμεστωμένη παντοίαις, Χριστοῦ νύμφη σήμερον, τῇ μετανοίᾳ ἐδείχθης, Ἀγγέλων τήν πολιτείαν ἐπιποθοῦσα, δαίμονας, Σταυροῦ τῷ ὄπλῳ καταπατοῦσα, διά τοῦτο βασιλείας, ἐφάνης νύμφη Μαρία πάνσεμνε.

Τελώνου και Φαρισαίου (Αρχή Τριωδίου)


Φαρισαΐζων, Ἱεροῦ μακρὰν γίνου,
Χριστὸς γὰρ ἔνδον, ᾧ ταπεινὸς δεκτέον.


Ὁ δημιουργὸς τῶν ἄνω καὶ τῶν κάτω,
Τρισάγιον μὲν ὕμνον ἐκ τῶν Ἀγγέλων,
Τριῴδιον δὲ καὶ παρ' ἀνθρώπων δέχου.



Τριώδιο
Τριώδιο ονομάζεται το Λειτουργικό Βιβλίο της Εκκλησίας μας το οποίο περιλαμβάνει τους Ύμνους των Κυριακών, απο την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Τελετή της Αναστάσεως. Ονομάζεται έτσι διότι οι περισσότεροι Κανόνες του Όρθρου (πρωινή Ακολουθία) περιέχουν τρείς Ωδές ενώ συνήθως περιέχουν εννέα Ωδές - την 8η και την 9η πάντοτε, ύστερα δε διαδοχικά μία από τις πέντε πρώτες.

Το Τριώδιο τοποθετείται στα Αναλόγια των Ναών μας στον Εσπερινό του Σαββάτου της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου αφού πρώτα ο Πρωτοψάλτης το παραλάβει απο την Εικόνα του Χριστού και το ασπασθεί. Έτσι ανοίγει το Τριώδιο, περίοδος η οποία διαιρείται σε τρείς μικρότερες, δηλ. Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι Κυριακή της Τυροφάγου, Καθαρά Δευτέρα μέχρι το Σάββατο Του Λαζάρου και Κυριακή των Βαίων το βράδυ μέχρι το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Ανάσταση. Παλαιότερα στην περίοδο του τριωδίου συμπεριλαμβάνονταν και η περίοδος από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή των αγίων πάντων. Αργότερα όμως οι ιερές ακολουθίες της περιόδου αυτής περιελήφθησαν σε ιδιαίτερο λειτουργικό βιβλίο το «Πεντηκοστάριο».

Το τριώδιο περισσότερο από όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία που περιέχουν ιερές ακολουθίες οδηγεί τις ψυχές των πιστών τέκνων της ορθοδόξου εκκλησίας στην περισυλλογή και στην κατάνυξη. Για τον λόγο αυτό ονομάζεται και κατανυκτικό τριώδιο. Με τον κύκλο των εορτών του τριωδίου ανανεώνονται τα βιώματα της νηστείας, της εγκράτειας, της μετάνοιας, και της χαρμολύπης.



Οι Κυριακές του Τριωδίου είναι οι εξής:


1. Τελώνου και Φαρισαίου
2. Ασώτου
3. Απόκρεω
4. Τυροφάγου

Η πρώτη εβδομάδα, που τελειώνει την Κυριακή του Ασώτου, λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, επειδή παλιά προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν ότι άρχιζαν οι αποκριές. Η εβδομάδα αυτή λέγεται και αμόλυτη ή απόλυτη, επειδή τότε οι ψυχές των πεθαμένων βγαίνουν στον Πάνω Κόσμο.

Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου ή Ολόκριγια, επειδή έτρωγαν κρέας και δεν νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή. Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω, ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν η τελευταία μέρα της κρεοφαγίας (από + κρέας) όλης της περιόδου του Τριωδίου.

Η τρίτη εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή έτρωγαν γαλακτοκομικά προϊόντα. Από τη Δευτέρα, μια εβδομάδα πριν την Καθαρή Δευτέρα, άρχιζε η αποχή από το κρέας και επιβαλλόταν η χρήση τυριού και γαλακτερών σαν ενδιάμεση άσκηση μεταξύ κρεοφαγίας και νηστείας.

Τελώνη και του Φαρισαίου
Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την έπαρση.

Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής:

«Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». (Λουκ.18,10-14).

Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας . Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι' αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός. Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι' αυτές. Για να εξαναγκάσει το Θεό έκανε και αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη.

Αντίθετα, ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια.

Κοντάκιον
Ἦχος γ'. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Στεναγμοὺς προσοίσωμεν, τελωνικοὺς τῷ Κυρίῳ, καὶ αὐτῷ προσπέσωμεν, ἁμαρτωλοὶ ὡς Δεσπότῃ· θέλει γὰρ τὴν σωτηρίαν πάντων ἀνθρώπων, ἄφεσιν παρέχει πᾶσι μετανοοῦσι· δι' ἡμᾶς γὰρ ἐσαρκώθη Θεὸς ὑπάρχων Πατρὶ συνάναρχος.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’.
Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν, καὶ Τελώνου μάθωμεν, τὸ ταπεινὸν ἐν στεναγμοῖς, πρὸς τὸν Σωτῆρα κραυγάζοντες· Ἵλαθι μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε.

Κάθισμα
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ταπείνωσις ὕψωσε, κατῃσχυμμένον κακοῖς, Τελώνην στυγνάσαντα, καὶ τό, Ἱλάσθητι, τῷ Κτίστῃ βοήσαντα· ἔπαρσις δὲ καθεῖλεν, ἀπὸ δικαιοσύνης, δείλαιον Φαρισαῖον, μεγαλορρημονοῦντα· ζηλώσωμεν διὸ τὰ καλά, κακῶν ἀπεχόμενοι.

Ὁ Οἶκος
Ἑαυτοὺς ἀδελφοὶ ἅπαντες ταπεινώσωμεν, στεναγμοῖς καὶ ὀδυρμοῖς τύψωμεν τὴν συνείδησιν, ἵνα ἐν τῇ κρίσει τότε τῇ αἰωνίᾳ, ἐκεῖ ὀφθῶμεν πιστοὶ ἀνεύθυνοι, τυχόντες ἀφέσεως· ἐκεῖ γάρ ἐστιν ὄντως ἡ ἄνεσις, ἣν ἰδεῖν ἡμᾶς νῦν ἱκετεύσωμεν, ἐκεῖ ὀδύνη ἀπέδρα λύπη καὶ οἱ ἐκ βάθους στεναγμοί, ἐν τῇ Ἐδὲμ τῇ θαυμαστῇ, ἧς ὁ Χριστός δημιουργός, Θεὸς ὑπάρχων Πατρὶ συνάναρχος.

Άγιος Πορφύριος

Εκεί που απελπίζεσαι ο Θεός σε... βοηθά!

Δυσκολίες, πειρασμοί και απελπισία...

Να ξέρεις, παιδί μου, ότι ο πονηρός όταν δεν μπορεί να μας νικήσει εσωτερικά, τότε μας κάνει αυτές τις εξωτερικές επιθέσεις με διάφορα συμβάντα, που επιτρέπει ο Θεός, για να μας φοβίσει.
Δεν υπάρχει απελπισία μέσα στην Εκκλησία, ότι και να έχεις κάνει, ότι και να έχεις υποστεί.

Δεν υπάρχει απελπισία. Στενοχώρια μπορεί να έχεις, αλλά απελπισία όχι.

Ο Θεός, μέσα από την εξομολόγηση σε βοηθά και ξεπερνάς αυτά τα οποία μπορεί να σε οδηγήσουν στα έσχατα όρια της απελπισίας.

Έχει ο Θεός. Εκεί που απελπίζεσαι, σου στέλνει κάτι που δεν το περιμένεις... αρκεί να Τον πιστεύεις και να Τον αγαπάς.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Βίος καί Λόγοι» αγ. Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, εκδ. Ι. Μ. Χρυσοπηγής Χανίων
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Το φάρμακο και το μεγάλο μυστικό για την πρόοδο των παιδιών είναι η ταπείνωση. Η εμπιστοσύνη στον Θεό δίδει απόλυτη ασφάλεια. Ο Θεός είναι το παν.

Δεν μπορεί κανείς να πει ότι εγώ είμαι το παν. Αυτό ενισχύει τον εγωισμό. Ο Θεός θέλει να οδηγούμε τα παιδιά στην ταπείνωση. Τίποτα δεν θα κάνομε κι εμείς και τα παιδιά χωρίς την ταπείνωση.


Θέλει προσοχή, όταν ενθαρρύνετε τα παιδιά. Στο παιδί δεν πρέπει να λέτε: «Εσύ θα τα καταφέρεις, εσύ είσαι σπουδαίος, είσαι νέος, είσαι ανδρείος είσαι τέλειος!...». Δεν το ωφελείτε έτσι το παιδί.

Μπορείτε, όμως, να του πείτε να κάνει προσευχή. Να του πείτε: «Παιδί μου, τα χαρίσματα που έχεις, ο Θεός σου τα έδωσε. Προσευχήσου να σου δώσει ο Θεός δυνάμεις, για να τα καλλιεργήσεις και να πετύχεις. Να σου δώσει ο Θεός την Χάρη Του». Τούτο δω είναι το τέλειο. Σ' όλα τα θέματα να μάθουν τα παιδιά να ζητάνε τη βοήθεια του Θεού.

Στα παιδιά ο έπαινος κάνει κακό. Τι λέει ο λόγος του Θεού; «Λαός μου, οι μακαρίζοντες υμάς πλανώσιν υμάς και την τρίβον των ποδών υμών ταράσσουσιν». Όποιος μας επαινεί, μας πλανάει και μας χαλάει τους δρόμους της ζωής μας. Πόσο σοφά είναι τα λόγια του Θεού!

Ο έπαινος δεν προετοιμάζει τα παιδιά για καμιά δυσκολία στη ζωή και βγαίνουν απροσάρμοστα και τα χάνουν και τελικά αποτυγχάνουν. Τώρα ο κόσμος χάλασε. Στο μικρό παιδάκι λένε όλο επαινετικά λόγια. Μην το μαλώσομε, μην του εναντιωθούμε, μην το πιέσομε το παιδί. Μαθαίνει, όμως έτσι και δεν μπορεί ν' αντιδράσει σωστά και στην πιο μικρή δυσκολία. Μόλις κάποιος του εναντιωθεί, τσακίζεται, δεν έχει σθένος.

Οι γονείς ευθύνονται πρώτοι για την αποτυχία των παιδιών στη ζωή και οι δάσκαλοι και καθηγητές μετά. Τα επαινούν διαρκώς. Τους λένε εγωιστικά λόγια. Δεν τα φέρνουν στο Πνεύμα του Θεού, τ' αποξενώνουν απ' την Εκκλησία.

Όταν μεγαλώσουν λίγο τα παιδιά και πάνε στο σχολείο μ' αυτό τον εγωισμό, φεύγουν απ' τη θρησκεία και την περιφρονούν, χάνουν το σεβασμό προς τον Θεό, προς τους γονείς, προς όλους. Γίνονται ατίθασα και σκληρά και άπονα, χωρίς να σέβονται ούτε τη θρησκεία ούτε τον Θεό. Βγάλαμε στη ζωή εγωιστές και όχι Χριστιανούς.

Άγιος Παΐσιος

- Τί βοηθάει, Γέροντα, να αποκτήσης μια αρετή;

- Να συναναστρέφεσαι κάποιον που έχει αυτήν την αρετή. Όπως, αν συναναστρέφεσαι κάποιον που έχει ευλάβεια, θα μπορέσης σιγά-σιγά να αποκτήσης κι εσύ ευλάβεια, το ίδιο συμβαίνει και με όλες τις αρετές, γιατί η αρετή των άλλων αρωματίζει κι εμάς.
Όταν καθρεφτίζουμε τον εαυτό μας στις αρετές των άλλων και προσπαθούμε να τις μιμηθούμε, οικοδομούμαστε.
Αλλά και στα ελαττώματά τους, όταν καθρεφτίζουμε τον εαυτό μας, πάλι βοηθιόμαστε, γιατί τα δικά τους ελαττώματα μας βοηθάνε να δούμε τα δικά μας.


--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------


Ο άνθρωπος, όταν φτάσει σε καλή πνευματική κατάσταση, όλα τα βλέπει καθαρά. Όλα τα σφάλματα των άλλων τα δικαιολογεί, με την καλή έννοια, γιατί τα βλέπει με το θεϊκό μάτι και όχι με το ανθρώπινο.

Διδαχές - Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως

Πνευματικός Αγώνας

Σκοπός της ζωής μας είναι να γίνουμε τέλειοι και άγιοι. Να αναδειχθούμε παιδιά του Θεού και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών. Ας προσέξουμε μήπως, για χάρη της παρούσας ζωής, στερηθούμε τη μέλλουσα, μήπως, από τις βιοτικές φροντίδες και μέριμνες, αμελήσουμε το σκοπό της ζωής μας.
Η νηστεία, η αγρυπνία και η προσευχή από μόνες τους δεν φέρνουν τους επιθυμητούς καρπούς, γιατί αυτές δεν είναι ο σκοπός της ζωής μας. Αποτελούν τα μέσα για να πετύχουμε το σκοπό.
Στολίστε τις λαμπάδες σας με αρετές. Αγωνιστείτε ν' αποβάλετε τα πάθη της ψυχής. Καθαρίστε την καρδιά σας από κάθε ρύπο και διατηρήστε την αγνή, για να έρθει και να κατοικήσει μέσα σας ο Κύριος• για να σας πλημμυρίσει το Άγιο Πνεύμα με τις θείες Του δωρεές.
Παιδιά μου αγαπητά, όλη σας η ασχολία και η φροντίδα σ' αυτά να είναι. Αυτά ν' αποτελούν σκοπό και πόθο ασταμάτητο. Γι' αυτά όλη σας η προσευχή προς το Θεό.
Να ζητάτε καθημερινά τον Κύριο· αλλά μέσα στην καρδιά σας και όχι έξω απ’ αυτήν. Και όταν Τον βρείτε, σταθείτε με φόβο και τρόμο όπως τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ, γιατί η καρδιά σας έγινε θρόνος του Θεού.
Αλλά για να βρείτε τον Κύριο, ταπεινωθείτε μέχρι το χώμα, γιατί ο Κύριος βδελύσσεται τους υπερήφανους, ενώ αγαπάει και επισκέπτεται τους ταπεινούς στην καρδιά. Γι’ αυτό και λέει: "και επί τίνα επιβλέψω, αλλ' η επί τον ταπεινόν και ησύχιον, και τρέμοντα τους λόγους μου;" (Ησ. 66, 2).
Αγωνίζου τον αγώνα τον καλό και ο Θεός θα σε ενισχύει. Στον αγώνα εντοπίζουμε τις αδυναμίες, τις ελλείψεις και τα ελαττώματά μας. Είναι ο καθρέφτης της πνευματικής μας καταστάσεως. Όποιος δεν αγωνίστηκε, δεν γνώρισε τον εαυτό του.
Προσέχετε και τα μικρά ακόμη παραπτώματα. Αν σας συμβεί από απροσεξία κάποια αμαρτία, μην απελπίζεστε, αλλά σηκωθείτε γρήγορα, προσπέστε στο θεό που έχει τη δύναμη να σας ανορθώσει. Η μεγάλη λύπη κρύβει μέσα της υπερηφάνεια.
Οι υπερβολικές λύπες και απελπισίες είναι βλαβερές και επικίνδυνες, και πολλές φορές παροξύνονται από το διάβολο για ν' ανακόψουν την πορεία του αγωνιστή.
Μέσα μας έχουμε αδυναμίες και πάθη και ελαττώματα βαθιά ριζωμένα: πολλά είναι και κληρονομικά. Όλα αυτά δεν κόβονται με μια σπασμωδική κίνηση ούτε με την αδημονία και τη βαρειά θλίψη, αλλά με υπομονή και επιμονή, με καρτερία, με φροντίδα και προσοχή.
Ο δρόμος που οδηγεί στην τελειότητα είναι μακρύς. Εύχεσθε στο Θεό να σας δυναμώνει. Να αντιμετωπίζετε με υπομονή τις πτώσεις σας και αφού γρήγορα σηκωθείτε, να τρέχετε και να μη στέκεστε, σαν τα παιδιά, στον τόπο που πέσατε, κλαίγοντας και θρηνώντας α-παρηγόρητα.
Αγρυπνείτε και προσεύχεστε για να μην μπείτε σε πειρασμό. Μην απελπίζεστε αν πέφτετε συνέχεια σε παλιές αμαρτίες. Πολλές απ’ αυτές είναι και από τη φύση τους ισχυρές και από τη συνήθεια. Με την πάροδο του χρόνου όμως και με την επιμέλεια νικούνται. Τίποτε να μη σας απελπίζει.

Ο Άγιος Παϊσιος για τα άτακτα παιδιά

Η κοσμική ελευθερία έδιωξε όχι μόνον την ευλάβεια αλλά και την κοσμική ευγένεια. Έρχονται εκεί στο Καλύβι μερικά παιδιά και φωνάζουν στον πατέρα τους: «Ε, πατέρα, έχεις τσιγάρα; τέλειωσαν τα δικά μου».


Που πρώτα; Και να κάπνιζε κανένα, θα κάπνιζε κρυφά. Τώρα σαν να μη συμβαίνει τίποτε! Πώς να μην απογυμνωθούν μετά τελείως από την θεία Χάρη; Σήμερα κοπέλες βρίζουν τα αδέλφια τους, επειδή θρησκεύουν, μπροστά στον πατέρα και την μητέρα με τόσο βρώμικες κουβέντες, και ο πατέρας δεν λέει τίποτε.

Σηκώθηκαν τα μαλλιά μου, όταν το άκουσα. Παραμιλούσα όταν έμεινα μόνος. Το κοσμικό περιβάλλον και οι κοσμικοί γονείς καταστρέφουν τα παιδιά. Το περιβάλλον επιδρά πολύ. Λίγα παιδιά είναι που έχουν συστολή και φιλότιμο. Τα περισσότερα παιδιά που είναι άγρια, είναι γιατί φέρονται με αναίδεια. Πολλοί γονείς μου φέρνουν τα παιδιά τους και μου λένε: «Πάτερ, το παιδί μου έχει δαιμόνιο».

Και βλέπω ότι τα παιδιά δεν έχουν δαιμόνιο – Θεός φυλάξοι! Λίγα είναι τα παιδιά που έχουν δαιμόνιο. Όλα τα άλλα έχουν μια εξωτερική δαιμονική επήρεια. Δηλαδή το δαιμόνιο τα κάνει κουμάντο απ’ έξω δεν είναι μέσα τους, αλλά την δουλειά του και απ’ έξω την κάνει. Και από πού ξεκινάει; Από την αναίδεια. Όταν τα παιδιά μιλούν με αναίδεια στους μεγαλυτέρους, διώχνουν την Χάρη του θεού. Και όταν φύγει η Χάρις του Θεού, έρχονται ταταγκαλάκια και τα παιδιά αγριεύουν, κάνουν αταξίες. Ενώ τα παιδιά που έχουν ευλάβεια, σεβασμό, ακούν τους γονείς, τους δασκάλους, τους μεγαλυτέρους, δέχονται συνέχεια την Χάρη του θεού και έχουν την ευλογία Του. Τα σκεπάζει η Χάρις του Θεού.

Η πολλή ευλάβεια στον Θεό, με τον πολύ σεβασμό στους μεγαλυτέρους, φέρνει την πολλή θεία Χάρη στις ψυχές και τα χαριτώνει, μέχρι που προδίδονται από την θεία λάμψη της Χάριτος. Η Χάρις του Θεού δεν πάει στα ανταρτάκια πάει στα φιλότιμα, στα φρόνιμα, στα ευλαβικάπαιδιά. Και τα παιδιά που έχουν σεβασμό, ευλάβεια φαίνονται. Έχουν ένα βλέμμα που ακτινοβολεί! Και όσο πιο πολύ σεβασμό έχουν στους γονείς, στους μεγαλυτέρους, τόσο δέχονται την Χάρη του Θεού.

Όσο ατίθασα είναι, τόσο εγκαταλείπονται από την Χάρη του Θεού. Όποιος αρχίζει: «Όχι, θέλω εκείνο, θέλω το άλλο», με μια απαίτηση, θα γίνει αντάρτης, θα γίνει διάβολος. Γιατί και ο Εωσφόρος ήθελε να βάλει τον θρόνο του πάνω από τον θρόνο του Θεού. Να δείτε, όλα τα παιδιά που τους κάνουν τα θελήματα γίνονται ανταρτάκια.

Εάν δεν μετανοήσουν τα παιδιά, για να απαλλαγούν από το κακό κύμα που τα χτυπάει,και συνεχίσουν να φέρονται με αναίδεια, τότε – Θεός φυλάξοι! – γίνεται διπλή εγκατάλειψη και φθάνουν σε σημείο να μιλούν και για τον Θεό άσχημα, και τότε πια κουμαντάρονται από τα κακά πνεύματα.

O Άγιος Παΐσιος για τις αμαρτίες και τη μετάνοια

Νά προσέξουμε πολύ τά έκ προθέσεως σφάλματα, γιατί αυτό πού θά εξετάση ό Θεός είναι ή πρόθεση μας.

Τά σφάλματα πού κάνουμε από απροσεξία είναι ελαφρότερα. Μερικές αμαρτίες είναι αμαρτίες, αλλά έχουν καί ελαφρυντικά.


Ύστερα, όταν σφάλουμε χωρίς νά τό θέλουμε, ό Θεός οικονομάει έτσι τά πράγματα, ώστε νά χρησιμοποιηθή τό σφάλμα μας γιά καλό. Δηλαδή, όχι ότι έπρεπε νά σφάλουμε, γιά νά γίνη αυτό τό καλό, άλλα αφού σφάλαμε χωρίς νά τό Θέλουμε, ό Θεός αξιοποιεί τό σφάλμα μας και βγαίνει καλό. Όταν όμως κάνουμε ένα σφάλμα εν γνώσει μας και έπειτα μετανοιώσουμε, νά ευχηθούμε νά μη γίνη κακό άπό τις συνέπειες του σφάλματος μας.

Αμαρτία και μετάνοια! Τά έκ προθέσεως σφάλματα Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης– Γέροντα, εκείνος ό μοναχός πού αναφέρει ό Ευεργετινός ότι δέκα χρόνια έπεφτε σε κάποια αμαρτία κάθε μέρα, άλλα και κάθε μέρα μετανοούσε, πώς σώθηκε;

Εκείνος ήταν κατά κάποιον τρόπο κυριευμένος, αιχμαλωτισμένος από την αμαρτία. Δεν είχε κακή διάθεση, άλλα δέν είχε βοηθηθή, σπρώχτηκε στό κακό, γι’ αυτό δικαιούτο τήν θεία βοήθεια. Πάλευε, πονούσε, είχε μετάνοια ειλικρινή, και ό Θεός τελικά τόν έσωσε. Βλέπεις, ένας μπορεί νά έχη καλή διάθεση‡ αν όμως δέν βοηθηθή από μικρός και παρασυρθή στό κακό, είναι δύσκολο μετά νά σηκωθή.
Κάνει μιά προσπάθεια, πάλι πέφτει, πάλι σηκώνεται‡ παλεύει δηλαδή. Ό Θεός αυτόν τόν άνθρωπο δέν θά τόν αφήση, γιατί ό καημένος κάνει τήν μικρή του προσπάθεια, ζητάει καί τήν θεία βοήθεια και δέν αμαρτάνει έν ψυχρώ.

Κάποιος λ.χ. ξεκινάει νά πάη κάπου, χωρίς νά έχη σκοπό νά αμαρτήση, άλλα πηγαίνοντας του συμβαίνει ένας πειρασμός καί πέφτει σέ κάποια αμαρτία. Μετανοεί, κάνει μιά προσπάθεια, του στήνουν πάλι μιά παγίδα καί, ενώ δέν έχει διάθεση νά κάνη κάτι κακό, ό καημένος ξαναπέφτει καί πάλι μετανοεί. Αυτός έχει ελαφρυντικά, γιατί δέν θέλει νά κάνη τό κακό, άλλα παρασύρεται στό κακό καί ύστερα μετανοεί.

Όποιος όμως λέει: «γιά νά πετύχω εκείνο, πρέπει νά κάνω αυτήν τήν αδικία‡ γιά νά πετύχω τό άλλο, πρέπει νά κάνω εκείνη τήν πονηριά» κ.λπ., αυτός αμαρτάνει εσκεμμένως καί έν γνώσει του. Καταστρώνει δηλαδή τό αμαρτωλό του σχέδιο και βάζει πρόγραμμα μέ τον διάβολο τί αμαρτία θά κάνη. Αυτό είναι πολύ κακό, επειδή είναι προμελετημένο.

Δέν είναι ότι πέφτει σέ πειρασμό, άλλα ξεκινάει να κάνη κάτι μαζί μέ τον πειρασμό. Ένας τέτοιος άνθρωπος δέν πρόκειται ποτέ νά βοηθηθή, γιατί δέν δικαιούται την θεία βοήθεια, και τελικά πεθαίνει αμετανόητος. Άλλα και όσοι λένε ότι θά μετανοιώσουν, όταν γεράσουν, πώς είναι σίγουροι ότι θά προλάβουν νά μετανοιώσουν και δέν θά πάνε από αιφνίδιο θάνατο;

Έλεγε κάποιος εργολάβος: «όταν γεράσω, θά πάω στά Ιεροσόλυμα, θά βαπτισθώ στον Ιορδάνη ποταμό, οπότε θά εξαλειφθούν όλες οι αμαρτίες μου», και συνέχιζε νά ζή αμαρτωλά.

Τελικά, όταν πλέον δέν είχε άλλο κουράγιο, ίσα-ίσα πού μόλις περπατούσε, αποφάσισε νά πάη. Λέει σέ έναν μάστορα του: «Μάστορα, αποφάσισα νά πάω στά Ιεροσόλυμα, γιά νά βαπτισθώ στον Ιορδάνη ποταμό». «Ά, αφεντικό, τού λέει εκείνος, άν είσαι καθαρός, θά πάς‡ αν δέν είσαι καθαρός, στον δρόμο θά μείνης!».

Λές και προφήτευσε! Μόλις πήγε στην Αθήνα νά βγάλη τά χαρτιά του, πέθανε! Τού πήραν όλα τά χρήματα οί άλλοι, τον πήγαν σέ ένα γραφείο κηδειών και από εκεί τον έστειλαν μέ το φέρετρο πίσω στον τόπο του.
Άγιος Παΐσιος, Αγιορείτης

Η ευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου



Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονής καί ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ.

Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητός εἶ εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Αμήν».

Τούτη η προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας της Μεγάλης Σαρακοστής από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή. Την πρώτη φορά λέγοντας την προσευχή κάνουμε μία μετάνοια σε κάθε αίτηση. Έπειτα κάνουμε δώδεκα μετάνοιες λέγοντας: «Ο Θεός, ἱλάσθητί μοι τῶ ἁμαρτωλῷ, καί ἐλέησόν με» . Ολόκληρη η προσευχή επαναλαμβάνεται με μια τελική μετάνοια στο τέλος της προσευχής.

Γιατί αυτή η σύντομη και απλή προσευχή κατέχει μια τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μεγάλης Σαρακοστής; Διότι απαριθμεί, μ’ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί, θα λέγαμε, ένα «κανόνα ελέγχου» του προσωπικού μας αγώνα στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτός ο αγώνας σκοπεύει πρώτα απ’ όλα στην απελευθέρωσή μας από μερικές βασικές πνευματικές ασθένειες που διαμορφώνουν τη ζωή μας και μας κάνουν πραγματικά ανίσχυρους ακόμα και για να κάνουμε αρχή στροφής στο Θεό.

Η αργία

Η βασική ασθένεια είναι η αργία. Είναι η παράξενη εκείνη τεμπελιά και η παθητικότητα ολόκληρης της ύπαρξής μας που πάντα μας σπρώχνει προς τα «κάτω» μάλλον παρά προς τα «πάνω» και που διαρκώς μας πείθει ότι δεν είναι δυνατό ν’ αλλάξουμε και επομένως δε χρειάζεται να επιθυμούμε την αλλαγή. Είναι ένας βαθιά ριζωμένος κυνισμός που σε κάθε πνευματική πρόκληση απαντάει με το «γιατί;» και καταντάει την ζωή μας μια απέναντι πνευματική φθορά. Αυτή είναι η ρίζα όλης της αμαρτίας γιατί δηλητηριάζει κάθε πνευματική ενεργητικότητα στην πιο βαθιά της πηγή.

Η λιποψυχία

Το αποτέλεσμα της «αργίας», είναι η «λιποψυχία»2. Είναι μια κατάσταση δειλίας που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεώρησαν το μεγαλύτερο κίνδυνο της ψυχής. Η λιποψυχία, η αποθάρρυνση, είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να βλέπει καθετί καλό ή θετικό! Είναι η αναγωγή των πάντων στον αρνητισμό και στην απαισιοδοξία. Είναι στ’ αλήθεια μια δαιμονική δύναμη μέσα μας γιατί ο Σατανάς είναι βασικά ένας ψεύτης. Ψιθυρίζει ψευτιές στον άνθρωπο για το Θεό και για τον κόσμο· γεμίζει τη ζωή με σκοτάδι και αρνητισμό. Η λιποψυχία είναι η αυτοκτονία της ψυχής γιατί όταν ο άνθρωπος κατέχεται απ’ αυτή είναι εντελώς ανίκανος να δει το φως και να το επιθυμήσει.

Η φιλαρχία

Πνεύμα φιλαρχίας! Φαίνεται παράξενο πως η αργία και η λιποψυχία είναι ακριβώς εκείνα που γεμίζουν τη ζωή μας με τον πόθο της φιλαρχίας. Μολύνοντας όλη μας την τοποθέτηση απέναντι στη ζωή, κάνοντας την άδεια και χωρίς νόημα, μας σπρώχνουν ν’ αναζητήσουμε αντιστάθμισμα σε μια ριζικά λανθασμένη στάση απέναντι στα άλλα πρόσωπα.

Αν η ζωή μου δεν είναι προσανατολισμένη προς τον Θεό, αν δεν σκοπεύει σε αιώνιες αξίες, αναπόφευκτα θα γίνει εγωιστική και εγωκεντρική, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι γίνονται τα μέσα για τη δική μου αυτοϊκανοποίηση. Αν ο Θεός δεν είναι ο «Κύριος και Δεσπότης της ζωής μου», τότε το εγώ μου γίνεται ο κύριος και δεσπότης μου, γίνεται το απόλυτο κέντρο του κόσμου μου και αρχίζω αν εκτιμώ καθετί με βάση τις δικές μου ανάγκες, τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές μου κρίσεις.

Έτσι η επιθυμία της φιλαρχίας γίνεται η βασική μου αμαρτία στις σχέσεις με τις άλλες υπάρξεις, γίνεται μια αναζήτηση υποταγής τους σε μένα. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να εκφράζεται η φιλαρχία μου σαν έντονη ανάγκη να διατάζω και να κηδεμονεύω τους «άλλους». Μπορεί επίσης να εκφράζεται και σαν αδιαφορία, περιφρόνηση, έλλειψη ενδιαφέροντος, φροντίδας και σεβασμού. Και είναι ακριβώς η «αργία», μαζί με τη «λιποψυχία» που απευθύνονται αυτή τη φορά προς τους άλλους· έτσι συμπληρώνεται η πνευματική αυτοκτονία με την πνευματική δολοφονία.

Η αργολογία

Τέλος είναι η αργολογία. Απ’ όλα γενικά τα δημιουργήματα μόνον ο άνθρωπος προικίστηκε με το χάρισμα του λόγου. Όλοι οι Πατέρες βλέπουν σ’ αυτό το χάρισμα την ακριβή «σφραγίδα» της θείας εικόνας στον άνθρωπο γιατί ο ίδιος ο Θεός αποκαλύφθηκε σαν Λόγος (Ιωαν. 1:1).

Αλλά όντας ο λόγος το ύψιστο δώρο, έτσι είναι και ο ισχυρότερος κίνδυνος. Όπως είναι η κυρίαρχη έκφραση του ανθρώπου, το μέσο για την προσωπική του πλήρωση, για τον ίδιο λόγο, είναι και το μέσο για την πτώση του, για την αυτοκαταστροφή του, για την προδοσία και την αμαρτία. Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει· ο λόγος εμπνέει και ο λόγος δηλητηριάζει. Ο λόγος είναι το μέσο της Αλήθειας αλλά είναι και μέσο για το δαιμονικό ψέμα.

Έχοντας μια βασικά θετική δύναμη ο λόγος, έχει ταυτόχρονα και μια τρομακτικά αρνητική. Ο λόγος δηλαδή δημιουργεί θετικά ή αρνητικά. Όταν αποσπάται από τη θεία καταγωγή και το θείο σκοπό του γίνεται αργολογία. «Ενισχύει» την αργία, τη λιποψυχία και τη φιλαρχία και μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση. Γίνεται η κυρίαρχη δύναμη της αμαρτίας.

Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι οι αρνητικοί «στόχοι» της μετάνοιας. Είναι τα εμπόδια που πρέπει να μετακινηθούν. Αλλά μόνον ο Θεός μπορεί να τα μετακινήσει. Ακριβώς γι’ αυτό και το πρώτο μέρος της προσευχής αυτής είναι μια κραυγή από τα βάθη της καρδιάς του αβοήθητου ανθρώπου.

Στη συνέχεια η προσευχή κινείται στους θετικούς σκοπούς της μετάνοιας.

Η Σωφροσύνη

Σωφροσύνη! Αν δεν περιορίσουμε –πράγμα που συχνά και πολύ λαθεμένα γίνεται- την έννοια της λέξης «σωφροσύνη» μόνο στη σαρκική σημασία της, θα μπορούσε να γίνει κατανοητή σαν το θετικό αντίστοιχο της λέξης «αργία». «Αργία», πρώτα απ’ όλα, είναι η αδράνεια, τα σπάσιμο της διορατικότητας και της ενεργητικότητάς μας, η ανικανότητα να βλέπουμε καθολικά, σφαιρικά. Επομένως αυτή η ολότητα είναι το εντελώς αντίθετο από την αδράνεια.

Αν συνηθίζουμε με τη λέξη σωφροσύνη να εννοούμε την αρετή την αντίθετη από τη σαρκική διαφθορά είναι γιατί ο διχασμένος χαρακτήρας μας, πουθενά αλλού δεν φαίνεται καλύτερα παρά στη σαρκική επιθυμία, που είναι η αλλοτρίωση του σώματος από τη ζωή και τον έλεγχο του πνεύματος. Ο Χριστός επαναφέρει την «ολότητα» (τη σωφροσύνη) μέσα μας και το κάνει αυτό αποκαθιστώντας την αληθινή κλίμακα των αξιών, με το να μας οδηγεί πίσω στο Θεό.

Η Ταπεινοφροσύνη

Ο πρώτος και υπέροχος καρπός της σωφροσύνης είναι η ταπεινοφροσύνη. Πάνω απ’ όλα είναι η νίκη της αλήθειας μέσα μας, η απομάκρυνση του ψεύδους μέσα στο οποίο ζούμε. Μόνο η ταπεινοφροσύνη είναι άξια της αλήθειας· μόνο μ’ αυτή δηλαδή μπορεί κανείς να δει και δεχτεί τα πράγματα όπως είναι και έτσι να δει το Θεό, το μεγαλείο Του, την καλωσύνη Του και την αγάπη Του στο καθετί. Να γιατί, όπως ξέρουμε, ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».

Η Υπομονή

Μετά τη σωφροσύνη και την ταπεινοφροσύνη, κατά φυσικό τρόπο, ακολουθεί η υπομονή. Ο «φυσικός» ή «πεπτωκώς» άνθρωπος είναι ανυπόμονος, γιατί είναι τυφλός για τον εαυτό του, και βιαστικός στο να κρίνει και να καταδικάσει τους άλλους. Με διασπαρμένη, ατελή και διαστρεβλωμένη γνώση των πραγμάτων που έχει, μετράει τα πάντα με βάση τις δικές του προτιμήσεις και τις δικές του ιδέες. Αδιαφορεί για τον καθένα γύρω του εκτός από τον εαυτό του, θέλει η ζωή του να είναι πετυχημένη τώρα, αυτή τη στιγμή.

Η υπομονή, βέβαια, είναι μια αληθινά θεϊκή αρετή. Ο Θεός είναι υπομονετικός όχι γιατί είναι «συγκαταβατικός» αλλά γιατί βλέπει το βάθος όλων των πραγμάτων, γιατί η εσωτερική πραγματικότητά τους, την οποία εμείς με την τυφλότητά μας δεν μπορούμε να δούμε, είναι ανοιχτή σ’ Αυτόν. Όσο πιο κοντά ερχόμαστε στο Θεό τόσο περισσότερο υπομονετικοί γινόμαστε και τόσο πιο πολύ αντανακλούμε αυτή την απέραστη εκτίμηση για όλα τα όντα, πράγμα που είναι η κύρια ιδιότητα του Θεού.

Η Αγάπη

Τέλος, το αποκορύφωμα και ο καρπός όλων των αρετών, κάθε καλλιέργειας και κάθε προσπάθειας, είναι η αγάπη. Αυτή η αγάπη που, όπως έχουμε πει, μπορεί να δοθεί μόνο από το Θεό, είναι το δώρο που αποτελεί σκοπό που αποτελεί σκοπό για κάθε πνευματική προετοιμασία και άσκηση.

Η υπερηφάνεια
Όλα αυτά συγκεφαλαιώνονται στην τελική αίτηση της προσευχής του Αγίου Εφραίμ με την οποία ζητάμε: «…δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου…». Εδώ τελικά δεν υπάρχει παρά μόνο ένας κίνδυνος: η υπερηφάνεια. Η υπερηφάνεια είναι η πηγή του κακού και όλο το κακό είναι η υπερηφάνεια. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι αρκετό για μένα να βλέπω τα «ἐμά πταίσματα» γιατί ακόμα και αυτή η φαινομενική αρετή μπορεί να μετατραπεί σε υπερηφάνεια.

Τα πατερικά κείμενα είναι γεμάτα από προειδοποιήσεις για την ύπουλη μορφή ψευτοευσέβειας η οποία στην πραγματικότητα με το κάλυμμα της ταπεινοφροσύνης και της αυτομεμψίας μπορεί να οδηγήσει σε μια πραγματικά δαιμονική υπερηφάνεια. Αλλά όταν βλέπουμε τα δικά μας σφάλματα και δεν κατακρίνουμε τους αδελφούς μας, όταν με άλλα λόγια, η σωφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η υπομονή και η αγάπη γίνονται ένα σε μας, τότε και μόνο τότε ο αιώνιος εχθρός –η υπερηφάνεια- θ’ αφανιστεί μέσα μας.

π. Αλέξανδρος Σμέμαν
από το βιβλίο «Μεγάλη Σαρακοστή»,
εκδόσεις «Ακρίτας»

Πηγή: Χριστιανική Φοιτητική Ένωση

Ευτυχισμένο το 2015!


Καλή και ευλογημένη η νέα χρονιά, με ευτυχία, αγάπη και υγεία ψυχική και σωματική!

Χριστός γεννάται, δοξάσατε!

Είθε τα φετινά Χριστούγεννα και η Γέννηση του θεανθρώπου Ιησού μας Χριστού να φωτίσει τις ψυχές μας και να ευλογεί κάθε στάδιο της ζωής μας. Καλά και ευλογημένα Χριστούγεννα!

Πνευματικά Γυμνάσματα

Με οκτώ σημάδια μπορεί κανείς να γνωρίσει αν αγαπάει το Θεό όπως πρέπει: 
α) αν Τον αγαπάει αβίαστα και φυσικά∙ 
β) αν τηρεί τις εντολές Του∙ 
γ) αν Τον αγαπάει μ’ όλη του την καρδιά, περισσότερο από κάθε άλλο πρόσωπο ή πράγμα∙ 
δ) αν φέρνει συχνά στο νού του το όνομα του Θεού γιατί , όπως λέει ο Θεολόγος Γρηγόριος, «φιλούσιν οι σφόδρα περί τι ερωτικώς έχοντες ηδέως συνείναι και τοις ονόμασι» (λόγος ει το Βάπτισμα). 
ε) αν χύνει δάκρυα και στη θύμηση μόνο του ονόματος του Θεού, γιατί , όπως λέει ο άγιος Ισαάκ, «έθος έχει η αγάπη εκ της μνήμης των αγαπητών εξάπτειν δάκρυα» (λόγ. πε΄). 
στ) αν ,την ώρα της πρσευχής, ο νούς του αφήνει αβίαστα όλα τα πράγματα του κόσμου , προσηλώνεται μόνο στη μνήμη και στην αγάπη του Θεού και αισθάνεται μιάν απαράμιλλη γλυκύτητα και ανάπαυση , όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς∙ «όταν τον νούν προς Θεόν ανατείνας υπ’ ουδενός ανθέλκει των κάτω, αλλά πάντων επιλανθανόμενος αβιάστως χωρίς διαλογισμών χαίρων εντρυφάς τη του Θεού μνήμη και ταίς πρός Αυτόν ευχαίς, τότε γνώθι της προς Θεόν αγάπης καθαρώς αψάμενος, και κατά τοσούτον ταύτης μετέχων, καθ’ όσον ο της τοιαύτης προς Θεόν εντεύξεως, μάλλον δε ενώσεως, παρατείνεται καιρός» (ομιλ. Είς τον ευαγγ. Ιωάννην)∙ 
ζ) αν χαίρεσαι όταν υποφέρεις για το Θεό και για τις εντολές Του, όπως ο απόστολος, που έλεγε για τον εαυτό του «χαίρω εν τοις παθήμασι μου» (Κολ. 1:24), και για μας, «υμίν εχαρίσθη το υπέρ Χριστού, ου μόνον το είς αυτόν πιστεύειν , αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν» (Φιλπ. 1:29). 
η) αν δεν νικιέται η αγάπη του στον Θεό από κανένα αντίθετο πράγμα, σύμφωνα με το αποστολικό∙ «ένεκα σου θανατούμεθα όλην την ημέραν∙ αλλ’ εν τούτοις πάσιν υπερνικώμεν διά του αγαπήσαντος ημάς∙ πέπεισμαι γαρ ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε αρχαί οόυτε δυνάμεις ούτε ενεστώτα ούτε μέλλοντα ούτε ύψωμα ούτε βάθος ούτε τις κτίσις ετέρα δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Θεού της εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών» (Ρωμ. 8: 36-39). 
Τώρα εξέτασε τον εαυτό σου, αν έχει αυτά τα σημάδια της αγάπης στον Θεό. Στοχάσου, αγαπάς το Θεό, όπως αγαπούν τα νήπια του γονείς τους; Αγαπάς το Θεό. Όπως αγαπάει κανείς τον ευεργέτη του; Αγαπάς το Θεό, όπως αγαπάει ο φίλος τον φίλο του; Αγαπάς το Θεό , όπως κάθε ζώο αγαπάει τη ζωή; Η θέληση και η διάθεση της καρδιάς σου κλίνει προς την αγάπη του Θεού αυθόρμητα, αβίαστα και σταθερά, όπως η πυξίδα κλίνει πάντα προς το βόρειο πόλο; Φοβάμαι , πως όλα τα μάταια πράγματα του κόσμου- ηδονές και δόξα και χρήματα- τα αγαπάς αυθόρμητα και αβίαστα. Το Θεό, όμως, μόλις του Τον αγαπάς, πιέζοντας πολύ την καρδιά σου. 


Τόσο πολύτιμος λοιπόν είναι ο καιρός της παρούσης ζωής, που κι αν μαζεύονταν όλοι οι ρήτορες του κόσμου, δεν θα μπορούσαν να παρατηρήσουν ικανοποιητικά την αξία του. Επειδή ο καιρός που μας δίνει ο Θεός για να κερδίσουμε τον παράδεισο αξίζει τόσο , όσο και ο ίδιος ο παράδεισος. Τώρα καταλαβαίνεις την αξία του χρόνου που έχεις για να μετανοήσεις. Γιατί θα έρθει ξαφνικά ο θάνατος, και τότε θα ζητάς μια στιγμή για μετάνοια, και δεν θα την έχεις. 




Αγάπη στον πλησίον έχεις, αν προσεύχεσαι με πόνο καρδιάς για κάθε άνθρωπο εξίσου- και για τον φίλο και για τον εχθρό σου, και για τον γνωστό και για τον άγνωστο σου. Αυτό αναφέρει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Όταν δε πάλιν εν κατανύξει και οδύνη γλυκερά καρδίας επίσης υπέρ σεαυτού τε και παντός ανθρώπου προσεύχη προς Κύριον, γνωστού και αγνώστου, εχθρού και φίλου , λυπήσαντος και μη λυπήσαντος, τότε γνώθι τον πλησίον εκ ψυχής αγαπήσας. Αλλ’ αι διαθέσεις αυταί ου προσγίνονται, εάν μη τα φανερά της αγάπης έργα σχής» (ομιλ. εις τον ευαγγ. Ιωάννη). 
Ποια είναι όμως « τα φανερά της αγάπης έργα», που πρέπει να προηγηθούν; Ενδεικτικά σημειώνουμε ορισμένα: 
Να μην κατακρίνεις τον άλλον όχι μόνο με τα λόγια, μα ούτε και με το λογισμό. 
Να μην τον φθονείς, όταν επαινείται ή προκόβει στις δουλειές του. 
Να μην τον μισείς, έστω κι αν σ’ έβλαψε. 
Να μην του μιλάς με περιφρόνηση ή οργή ή ειρωνεία ή αυθάδεια ή υπεροψία 
Να μην του δίνεις κακές συμβουλές για να τον βλάψεις. 
Να μην φανερώνεις τα ελαττώματα ή τα αμαρτήματα ή τα μυστικά του. 
Να μην παρεξηγείς τις πράξεις του , θεωρώντας σαν υποκρισία την ταπείνωση του, θεατρινισμό την ευλάβεια του, ηλιθιότητα την απλότητα του κ.ο.κ. 
Να μην επιμένεις υπερήφανα στην γνώμη σου, όταν είναι αντίθετη με τη γνώμη του άλλου. 
Να μην σπέρνεις διχόνοιες. 
Να μην κάνεις τίποτε από εκδίκηση. 
Να ζητάς εύκολα συγγνώμη , είτε είναι δικό σου το φταίξιμο είτε είναι του άλλου. 
Να κάνεις πάντα ό, τι αναπαύει και ευχαριστεί όχι εσένα, αλλά τον άλλον, αν βέβαια αυτό δεν είναι αντίθετο στο νόμο του Θεού. 
Να μην κατασκοπεύεις και να μην κουτσομπολεύεις τις πράξεις του άλλου. 
Να μην δίνεις κακό παράδειγμα μέσα ή έξω από το σπίτι σου. 
Να συμβουλεύεις τον άλλο με αγάπη , όταν κάνει σφάλματα. 
Να τον υπερασπίζεσαι , όταν κατηγορείται. 
Να πονάς μαζί του, όταν πονάει , και να χαίρεσαι όταν χαίρεται. 
Να τον βοηθάς , όταν έχει ανάγκη. 
Τέλος,ν’ αγαπάς τον πλησίον σου όχι μόνο σαν τον εαυτό σου , μα και περισσότερο απ’ αυτόν. Γιατί το να αγαπούμε τον πλησίον μόνο σαν τον εαυτό μας, ήταν εντολή και του παλαιού νόμου (Λευϊτ. 19:1Ο Κύριος όμως μας έδωσε νέα εντολή : «Εντολήν καινήν διδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς ίνα και υμείς αγαπάτε αλλήλους» (Ιω.13:34). Και επειδή ο Χριστός μας αγάπησε περισσότερο από τον εαυτό Του, πεθαίνοντας για χάρη μας, γι’ αυτό οφείλουμε κι εμείς ν’ αγαπάμε τον πλησίον μας με τον ίδιο τρόπο. 
Τώρα αγαπητέ, εξέτασε αν έχεις πάνω σου τα σημάδια της αληθινής αγάπης. Αλλά νομίζω πως δεν τα έχεις. Και αντί ν’ αγαπάς τον αδελφό σου , τον μισείς, τον δαγκώνεις και τον τρως, όπως είναι γραμμένο: «Αλλήλους δάκνετε και κατεσθίετε» 
(Γαλ.5:15). Και αντί να παρακαλείς τον Θεό να τον συγχωρέσει για όποιο κακό σου έκανε, προσεύχεσαι να τον τιμωρήσει. Και μοιάζεις έτσι στον σκύλο , που , σαν άλογο ζώο, δεν ορμάει πάνω σ’ εκείνον που έριξε την πέτρα, αλλά τρέχει και δαγκώνει την ίδια την πέτρα. Έτσι κι εσύ , δεν πολεμάς το διάβολο, που κίνησε τον αδελφό σου και τον έριξε σαν πέτρα εναντίων σου, αλλά πολεμάς και κατατρέχεις τον ίδιο τον αδελφό σου. 
Εσύ όχι μόνο δεν αγαπάς τον πλησίον σου περισσότερο από τον εαυτό σου , αλλά ούτε και σαν τον εαυτό σου. Γιατί έχεις, και τρως και πίνεις και ντύνεσαι και αναπαύεσαι , ενώ ο αδελφός σου πεινάει , διψάει , δοκιμάζει κάθε λογής στενοχώρια και κακοπάθεια, κι εσύ τον παραβλέπεις. «Ος μεν πεινά, ός δεν μεθύει», όπως λέει ο απόστολος (Α΄Κορ.11:21). Αυτό όμως δεν είναι γνώρισμα χριστιανικής αγάπης. 
Να ντραπείς λοιπόν και να μετανοήσεις, που μέχρι τώρα δεν αγάπησες αληθινά ούτε το Θεό ούτε τον πλησίον . αποφάσισε ν’ αγωνιστείς από δω και πέρα μ’ όλη σου τη δύναμη, για ν’ αποκτήσεις την τέλεια αγάπη . παρακάλεσε, τέλος τον ,Κύριο να σε δυναμώσει σ’αυτό τον αγώνα με τη χάρη Του, ανακαινίζοντας τη φυσική δύναμη της αγάπης, που έσπειρε μέσα σου.
_________________«...ΓΝΩΣΕΣΘΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΙ ΥΜΑΣ.» 
(Κατά Ιωάννην Η΄-32)